Μεταπολίτευση 1974-2024: Η Οικονομική Παρακμή της Ελλάδας
Γιώργος Βάμβουκας
Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών
Η Ελλάδα κατά την περίοδο 2007-2024 πλήττεται από μια παρατεταμένη κάμψη του πραγματικού ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) σε συνθήκες δραματικής αύξησης του δημοσίου χρέους. Πρόκειται για πρωτόγνωρη οικονομική-δημοσιονομική κρίση στην οικονομική ιστορία του νεώτερου ελληνικού κράτους. Από τον Φεβρουάριο του 1830 που η Ελλάδα αναγνωρίστηκε από την διεθνή κοινότητα των κρατών ως ανεξάρτητο κράτος και μέχρι τις μέρες μας, δεν έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο επί δεκαεπτά συναπτά έτη, η ελληνική οικονομία να είναι καθηλωμένη στο τέλμα της ύφεσης και η χώρα να βαστάζει στις πλάτες της ένα γιγαντιαίο δημόσιο χρέος. Με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ), η Ελλάδα αποτελεί την μοναδική χώρα της υφηλίου, όπου την περίοδο 2007-2024 η εντυπωσιακή συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ συνοδεύεται από την δραματική άνοδο του δημοσίου χρέους της.
Οι αναπτυξιακές επιδόσεις μιας χώρας αποτυπώνονται στην ετήσια μεταβολή του πραγματικού της ΑΕΠ. Το πραγματικό ΑΕΠ αποκαλείται επίσης ΑΕΠ σε σταθερές τιμές. Το πραγματικό ΑΕΠ δίδεται από την ακόλουθη απλή μαθηματική σχέση: Υ= P×Q, όπου Υ= Πραγματικό ΑΕΠ, P= Επίπεδο τιμής αγαθών και υπηρεσιών στο έτος βάσης (π.χ. 2015) και Q= Ποσότητα πωλούμενων τελικών αγαθών και υπηρεσιών. Από αυτή τη σχέση συνάγεται ότι η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ (Υ) και άρα οι αναπτυξιακές επιδόσεις μιας χώρας εξαρτώνται από τη διαχρονική άνοδο της παραγόμενης ποσότητας αγαθών και υπηρεσιών. Σαφές είναι ότι η σταθερότητα της αναπτυξιακής διαδικασίας προϋποθέτει την διαχρονική άνοδο της συνολικής ποσότητας των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών.
Στην περίπτωση της χώρας μας η απεικόνιση των αριθμών είναι αποκαρδιωτική. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), προκύπτει ότι την περίοδο 2007-2024 το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας από 250,5 ελαττώθηκε σε 198,5 δις ευρώ, που μεταφράζεται σε συνολική ποσοστιαία μείωση της τάξης του -20,8%. Παράλληλα, κατά την περίοδο 2007-2024 το δημόσιο χρέος της κεντρικής κυβέρνησης από 240,5 δις ή 103,3% του ΑΕΠ εκτιμάται ότι αυξήθηκε σε 407,5 δις ευρώ ή 176,4%.
Η παγκόσμια οικονομική ιστορία μας διδάσκει ότι η διατηρησιμότητα της αναπτυξιακής διαδικασίας της οποιαδήποτε χώρα της υφηλίου προϋποθέτει την διαχρονική αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ, ήτοι της διαχρονικής ανοδικής τάσης της ποσότητας των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Οι εξαγωγές αποτελούν την λοκομοτίβα της αναπτυξιακής πορείας. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες παράγονται από επιχειρήσεις. Η παραγωγή ανταγωνιστικών προϊόντων από την πλευρά των επιχειρήσεων συνιστά την ικανή και αναγκαία συνθήκη για την ώθηση της οικονομίας μιας χώρας σε ταχύρυθμη αναπτυξιακή τροχιά. Χώρες που παράγουν ανταγωνιστικά προϊόντα έχουν τη δυνατότητα να αυξάνουν τις εξαγωγές τους στις διεθνείς αγορές, συντελώντας έτσι στην πραγματοποίηση ικανοποιητικών αναπτυξιακών επιδόσεων.
Πίνακας 1
Οικονομική Ανάπτυξη και Ανεργία στην Ελλάδα
Χρονική Περίοδος |
Ρυθμός Οικονομικής Ανάπτυξης |
Ποσοστό Ανεργίας |
1950-2024 1950-1980 1950-1973 1974-2024 1960-1967 1967-1973 1980-1993 1993-2007 1980-2024 2007-2024 |
3,1% 6,2% 8,17% 1,3% 6,9% 8,1% 0,5% 3,9% 0,8% -1,4% |
7,5% 3,8% 3,7% 11,5% 5,0% 3,7% 6,8% 9,6% 11,9% 15,2% |
Παρατηρήσεις: Τα στατιστικά δεδομένα του πίνακα
βασίζονται σε επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ,
της Τράπεζας της Ελλάδος και της Eurostat. Ο ρυθμός
οικονομικής ανάπτυξης υπολογίζεται με βάση το ποσοστό
μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο
ή Εθνικό Προϊόν). Για την περίοδο 1950-1980 χρησιμοποιούμε
το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν. Τα μέσα ποσοστά ανεργίας
της περιόδου 1950-2024 και των επιμέρους υποπεριόδων έχουν
υπολογιστεί βάσει ανάλυσης στοιχείων του ΟΑΕΔ και στοιχείων
της ΕΛΣΤΑT από τις Απογραφές του Ελληνικού Πληθυσμού
και τις Έρευνες Εργατικού Δυναμικού.
Από την διεύρυνση του εξαγωγικού εμπορίου εξαρτάται η επίτευξη σημαντικών αναπτυξιακών επιδόσεων. Στις διεθνείς αγορές, τα ελληνικά προϊόντα έχουν να ανταγωνιστούν τα αντίστοιχα προϊόντα άλλων χωρών. Όσο πιο ανταγωνιστικά προϊόντα παράγουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πωλήσεις τους στις διεθνείς αγορές, συμβάλλοντας έτσι στην διατηρησιμότητα της αναπτυξιακής διαδικασίας και την πρόοδο της εθνικής οικονομίας. Η αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας των παραγόμενων προϊόντων από τις ελληνικές επιχειρήσεις προσδιορίζεται άμεσα από την ποιότητά τους, το επίπεδο της τιμής πώλησής τους στις διεθνείς αγορές, την αποτελεσματικότητα του εξαγωγικού μάρκετινγκ για την προώθησή τους στο εξωτερικό, την αναβάθμιση της επιχειρηματικότητας, την ευελιξία του υιοθετούμενου μάνατζμεντ, την ανάπτυξη της έρευνας, κ.λπ.
Οι πίνακες 1 και 2 είναι πολύ διαφωτιστικοί αναφορικά με την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και την συντελούμενη αναπτυξιακή οπισθοδρόμηση της χώρας μετά το 1974. Ο πίνακας 1 απεικονίζει τους μέσους ετήσιους αναπτυξιακούς ρυθμούς της Ελλάδας και τα μέσα ετήσια ποσοστά ανεργίας σε διάφορες χρονικές περιόδους. Αν και την περίοδο 1950-2024, ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της χώρας ήταν 3,1% και το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας 7,5%, εντούτοις στις μεγάλες υποπεριόδους 1950-1980 και 1980-2024 παρατηρούνται αξιοσημείωτες διαφοροποιήσεις. Ενώ την περίοδο 1950-1980 ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της ελληνικής οικονομίας ήταν 6,2% και το μέσο ποσοστό ανεργίας μόλις 3,8%, αντιθέτως την περίοδο 1980-2024 ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης είναι μόλις 0,8% και το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας αυξάνεται σε 11,9%.
Υπόψη ότι με κριτήριο το ΑΕΠ έτους βάσης το 2015, κατά την περίοδο 1950-1973, ο λόγος δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ ουδέποτε υπερέβη το 20%. Την περίοδο 1950-1973 ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας ανήλθε σε 8,17%. Δηλαδή, την περίοδο αυτή η Ελλάδα πορευόταν με εκπληκτικές αναπτυξιακές ταχύτητες σε συνθήκες αξιοσημείωτης δημοσιονομικής πειθαρχίας και σταθερότητας.
Αναφορικά με την περίοδο 1993-2007 θα πρέπει να επισημανθεί ότι η χώρα αναπτυσσόταν με τον ικανοποιητικό ρυθμό του 3,9% κάθε χρόνο. Ωστόσο το υψηλό μέσο ποσοστό ανεργίας του 9,6% και η συντελούμενη άνοδος του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης, καταδεικνύουν ότι την περίοδο 1993-2007 ο συγκεκριμένος αναπτυξιακός ρυθμός ήταν συγκυριακός και δεν αποδιδόταν στην αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος. Κατά την περίοδο αυτή, η ασύστολη χορήγηση καταναλωτικών και στεγαστικών δανείων από τις εμπορικές τράπεζες στους πολίτες, συνέβαλε στην ενίσχυση της εγχώριας τελικής ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, πυροδοτώντας έτσι μια στρεβλή και ασύμμετρη αναπτυξιακή διαδικασία σε συνθήκες διαρκούς αύξησης του δημοσίου χρέους.
Περίοδος 1967-1973
Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα 1, κατά τις χρονικές περιόδους 1960-1967 και 1967-1973 επιτεύχθηκαν αξιόλογες αναπτυξιακές επιδόσεις. Τις περιόδους αυτές, η Πατρίδα μας προόδευε με μέσους ετήσιους αναπτυξιακούς ρυθμούς που ήταν από τους υψηλότερους παγκοσμίως. Ανεξάρτητα των πολιτικών συνθηκών της περιόδου 1967-1973, όπου οι ένοπλες δυνάμεις κρατούσαν το τιμόνι της κυβερνητικής εξουσίας, γεγονός είναι ότι κατά την περίοδο αυτή η πορεία της εθνικής οικονομίας χαρακτηριζόταν από σφρίγος και δυναμισμό.
Την περίοδο 1967-1973 ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ανήλθε στο εντυπωσιακό ποσοστό του 8,1%. Παράλληλα, την περίοδο αυτή το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας κυμάνθηκε μόλις σε 3,7%. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ την περίοδο 1967-1973 το ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν) σε σταθερές τιμές (έτος βάσης 1970) από 206,18 αυξήθηκε σε 329,27 δισεκ. δραχμές, καταγράφοντας έτσι μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 8,11%. Σημειωτέον ότι αν στις μετρήσεις μας, αντί του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος χρησιμοποιηθεί η έννοια του Ακαθαρίστου Εθνικού Προϊόντος, ο μέσος ετήσιος αναπτυξιακός ρυθμός της Ελλάδας κατά την περίοδο 1967-1973 επίσης προσδιορίζεται σε 8,11%.
Για την αμεροληψία και την ακρίβεια της τεχνοκρατικής μας ανάλυσης, το ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας σε σταθερές τιμές (έτος βάσης 2015), κατά την περίοδο 1967-1973 από 65,4 αυξήθηκε σε 104,4 δισεκ. ευρώ. Η απεικόνιση του πραγματικού ΑΕΠ σε ευρώ, πιστοποιεί ότι την περίοδο 1967-1973 η ελληνική οικονομία πέτυχε μέση ετήσια αναπτυξιακή επίδοση της τάξης του 8,11%. Είτε κάποιος ερευνητής διάκειται θετικά ή αρνητικά στο στρατιωτικό καθεστώς της περιόδου Απριλίου 1967-Ιουλίου 1974, πασιφανές είναι ότι τα εθνικολογιστικά στοιχεία της περιόδου 1967-1973 καταγράφουν υψηλότατους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, σε αντίθεση με τους καχεκτικούς αναπτυξιακούς ρυθμούς της μεταπολιτευτικής περιόδου 1974-2024.
Καταβαράθρωση Ελληνικής Οικονομίας
Μετά τον Ιούλιο του 1974, το δικομματικό καθεστώς ΝΔ-ΠΑΣΟΚ παίρνει στα χέρια του τα ηνία της κυβερνητικής εξουσίας. Δυστυχώς, κατά την περιλάλητη μεταπολιτευτική περίοδο, που αφετηρία έχει τον Ιούλιο του 1974, ξεκινάει η καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας. Καταβαράθρωση της ελληνικής οικονομίας που εξελίσσεται σε συνθήκες αλματώδους αύξησης του δημοσίου χρέους. Το δικομματικό καθεστώς κυβερνητικής εξουσίας με την ανεγκέφαλη μακροοικονομική του πολιτική σπέρνει το σπόρο της χρεοκοπίας. Το 2009 συντελείται η χρεοκοπία της Ελλάδας. Στις αρχές του 2010 η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ανακοινώνει επίσημα την πτώχευση της χώρας.
Οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ τον Μάιο του 2010 έριξαν την ελληνική κοινωνία στον καιάδα των μνημονίων. Σύντομα προσκυνητές των μνημονίων έγιναν η Νέα Δημοκρατία και ορισμένα μικρά κόμματα όλων των ιδεολογικών αποχρώσεων. Την περίοδο 2012-2014, τα κόμματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ με ολίγον ΔΗΜΑΡ και ΛΑΟΣ, συγκυβερνούν και από κοινού συνεχίζουν την εφαρμογή των απάνθρωπων και εξοντωτικών για τον ελληνικό λαό μνημονιακών πολιτικών. Την περίοδο Ιανουάριος 2015-Ιούνιος 2019, στον κυβερνητικό συρμό της μεταπολίτευσης ανεβαίνουν το αριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ και ο δεξιός αχταρμάς των ΑΝΕΛ, συνεχίζοντας την εφαρμογή σκληρών μνημονιακών κοινωνικοοικονομικών πολιτικών.
Οι αρνητικές συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών αποδεικνύονται τραγικές για το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Πετσόκομμα μισθών και συντάξεων, επιβολή υπέρμετρων φορολογικών βαρών σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις, μαζική μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων σε άλλες πατρίδες, αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού λόγω της τρομακτικής αύξησης των θανάτων και της συγκλονιστικής μείωσης των γεννήσεων, φοβερή αύξηση των κόκκινων δανείων, χιλιάδες πολίτες χάνουν τα σπίτια τους, μυριάδες επιχειρήσεις πτωχεύουν, τα ποσοστά ανεργίας εκτινάσσονται στα ύψη προσεγγίζοντας το 28%, κ.ο.κ.
Οι μνημονιακές πολιτικές όχι μόνο δεν αναχαίτισαν την ανοδική πορεία του κρατικού χρέους, αλλά συνετέλεσαν στην επαύξησή του και την περαιτέρω καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας οικονομίας. Και πως είναι δυνατόν να μην αποδυναμώνεται η ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας, όταν τα πολιτικά πρόσωπα που ευθύνονται για την χρεοκοπία του 2009, είναι ακριβώς τα ίδια πρόσωπα που διατήρησαν το πηδάλιο της κυβερνητικής εξουσίας και ως δήμιοι εφάρμοσαν τις κτηνώδεις και ανερμάτιστες μνημονιακές πολιτικές.
Κατά την περίοδο συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, το δημόσιο χρέος εξακολουθεί να αυξάνεται σε καθεστώς συνεχούς εξασθένησης της ανταγωνιστικότητας της εσωτερικής οικονομίας. Τον Ιούλιο του 2019 η διακυβέρνηση της χώρας πέρασε στα χέρια της ΝΔ. Ωστόσο, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας συνεχίζει την ανεξέλεγκτη ανοδική πορεία του. Από το καλοκαίρι του 2021, η ακρίβεια στραγγαλίζει την πλειονότητα των νοικοκυριών και εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες έρχονται αντιμέτωπες με το φάσμα της φτωχοποίησης. Η κατάπτωση της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας οικονομίας εξακολουθεί με αμείωτους ρυθμούς, καθότι μετά το 2019 η διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι συνεχής και άκρως επικίνδυνη για την διάρρηξη της μακροοικονομικής ισορροπίας.
Αποσύνθεση Παραγωγικού Ιστού
Πέραν πάσης αμφιβολίας, η μεταπολιτευτική περίοδος 1974-2024 αποδείχτηκε καταστροφική για την Πατρίδα και τον Ελληνισμό. Το 1974 αποτελεί έτος ορόσημο της νεώτερης οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας, καθότι μετά το 1974 παρατηρείται η αποσύνθεση του παραγωγικού ιστού και η αλματώδης αύξηση του δημοσίου χρέους. Μετά το 1974 το μερίδιο του αγροτικού (πρωτογενή) και του βιομηχανικού (δευτερογενή) τομέα στην παραγωγή του ΑΕΠ σημειώνει συνεχή συρρίκνωση. Την περίοδο 1973-2024 ο αγροτικός μαζί με τον βιομηχανικό τομέα από 50,3% έφτασαν στο τραγικό σημείο να παράγουν μόλις το 18,5% του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας.
Σε ποιά χώρα της ΕΕ (Ευρωπαϊκή Ένωση) και του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης) παρατηρείται το πρωτοφανές φαινόμενο ο τριτογενής τομέας των υπηρεσιών να παράγει άνω του 80% του ΑΕΠ; Σε ουδεμία εκτός της Ελλάδας. Στην καθίζηση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού μας συστήματος και την διαφθορά του μεταπολιτευτικού συστήματος κυβερνητικής εξουσίας, οφείλεται η αποτελμάτωση της εθνικής οικονομίας και η τρομακτική άνοδος του δημοσίου χρέους κατά την περίοδο 1974-2024 .
Πίνακας 2
Πραγματικό ΑΕΠ σε δις δολάρια ($)
Χώρες |
1973 |
2007 |
2023 |
Ελλάς Ιρλανδία Ισραήλ Νορβηγία Πορτογαλία Σιγκαπούρη Φιλανδία Νότια Κορέα |
121,1 41,3 56,4 120,6 85,1 20,4 93,1 86,8 |
266,0 228,8 228,9 358,4 210,3 211,9 244,4 1.137,5 |
215,8 483,0 416,4 435,7 235,5 387,2 256,6 1.764,5 |
Παρατηρήσεις: Τα στοιχεία του πίνακα προέρχονται
από τη βάση δεδομένων της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Το έτος 2015 αποτελεί το έτος βάσης για τον υπολογισμό
του πραγματικού ΑΕΠ ή ΑΕΠ σε σταθερές τιμές.
Τα στατιστικά στοιχεία του πίνακα 2 είναι εντυπωσιακά και πιστοποιούν την παταγώδη αποτυχία της ασκούμενης κυβερνητικής μακροοικονομικής πολιτικής στα χρόνια της μεταπολίτευσης. Το καίριας σημασίας χαρακτηριστικό που διακρίνει την οικονομία μιας χώρας για το υψηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητά της, είναι ότι η χώρα αυτή αναπτύσσεται ταχύτερα από άλλες χώρες της υφηλίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα 2, το 1973 η Ελλάδα είχε εξαπλάσιο πραγματικό ΑΕΠ από την Σιγκαπούρη, τριπλάσιο από την Ιρλανδία, διπλάσιο από τη Νορβηγία, κ.ο.κ. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι το 1973 η Ελλάδα είχε εμφανώς μεγαλύτερο πραγματικό ΑΕΠ από τη Νότια Κορέα. Το 1973 το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας ανερχόταν σε 121,1 και της Νότιας Κορέας σε 86,8 δισεκ. δολάρια.
Η εξέλιξη του πραγματικού ΑΕΠ μετά το 1973 των χωρών που περιλαμβάνονται στον πίνακα 2 επιβεβαιώνει την καταβαράθρωση της ανταγωνιστικότητας ελληνικής οικονομίας στα χρόνια της περιβόητης μεταπολίτευσης. Το 2023 η Ελλάδα κατάντησε να έχει κατά πολύ μικρότερο πραγματικό ΑΕΠ απ’ όλες τις χώρες που μνημονεύονται στον πίνακα 2. Ενδεικτικά επισημαίνεται ότι το 2023 το πραγματικό ΑΕΠ της Ιρλανδίας, της Νορβηγίας, του Ισραήλ και της Σιγκαπούρης ήταν σχεδόν διπλάσιο ή υπερδιπλάσιο από της Ελλάδας. Αξιοσημείωτο είναι ότι το 2023, το πραγματικό ΑΕΠ της Νότιας Κορέας ανήλθε σε 1.764,5 έναντι μόλις 215,8 δις δολάρια της Ελλάδας.
Πάταξη της Διαφθοράς
Οι ζημιωμένοι της παρακμής της ελληνικής οικονομίας κατά την περίοδο 1974-2024 είναι τα διαχρονικά υποζύγια, δηλαδή οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι τίμιες και ειλικρινείς με την εφορία επιχειρήσεις και οι συνεπείς με τις φορολογικές αρχές ελεύθεροι επαγγελματίες. Η βασική και αναγκαία συνθήκη για την διατηρησιμότητα της αναπτυξιακής διαδικασίας, την άνοδο του πραγματικού εισοδήματος των νοικοκυριών και την κερδοφορία των επιχειρήσεων, είναι το οικονομικό σύστημα να χαρακτηρίζεται για το υψηλό επίπεδο ανταγωνιστικότητάς του. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του οικονομικού συστήματος συνιστά τον θεμελιώδη παράγοντα που συνδράμει στην διαχρονική άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας.
Ωστόσο, η προαγωγή της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας προαπαιτεί την πάταξη των εκτεταμένων φαινομένων διαφθοράς στον κρατικό μηχανισμό και το τραπεζικό σύστημα. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης στο δημόσιο βίο επικρατεί το δίκιο του διεφθαρμένου ισχυρού. Πίσω από κάθε προσοδοφόρα παράνομη παραοικονομική δραστηριότητα, όπως σφετερισμός δημοσίου χρήματος με νομιμοφανείς πρακτικές, λαθρεμπόριο καυσίμων, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, κ.ο.κ., κρύβονται πανίσχυροι κρατικοδίαιτοι προύχοντες που διαπλέκονται με τα εκάστοτε κυκλώματα κυβερνητικής-κρατικής-δικαστικής-τραπεζικής εξουσίας.
Στις μέρες μας η Πατρίδα βρίσκεται στο επίκεντρο δραματικών γεωπολιτικών εξελίξεων. Η πρόσδεσή της στο άρμα ΗΠΑ-Ισραήλ εγκυμονεί απρόβλεπτους κινδύνους. Η Τουρκία καιροφυλακτεί. Ουδείς δύναται να προβλέψει τις κοσμογονικές μεταβολές που με μαθηματική βεβαιότητα θα συμβούν στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη. Το μέτωπο Κίνας-Ρωσίας είναι αρραγές και παντοδύναμο. Βέβαιο είναι ότι οι BRICS(Βραζιλία-Ρωσία-Ινδία-Κίνα-Νότια Αφρική) θα παίξουν πρωτεύοντα ρόλο στον επανασχεδιασμό του παγκόσμιου γεωπολιτικού χάρτη. Η Ελλάδα υποχρεούται να μεταβάλλει την εξωτερική-αμυντική της πολιτική
Δυστυχώς, αυτές τις κρισιμότατες στιγμές, η Ελλάδα βρίσκεται υπό το πέλμα αλλότριων πιστωτών. Με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, το εξωτερικό χρέος της χώρας εκτιμάται το 2024 σε 560 δισεκ. ευρώ. Εγγυητής του εξωτερικού χρέους είναι το ελληνικό κράτος και άρα το εξωτερικό χρέος συνιστά μέρος του συνολικού δημοσίου χρέους. Αν στο ποσό των 560 δισεκ. ευρώ συνυπολογιστεί το εσωτερικό δημόσιο χρέος των 140 δισεκ. ευρώ, τότε το συνολικό Δημόσιο Χρέος της Ελλάδας προσδιορίζεται το 2024 στο κολοσσιαίο ποσό των 700 δισεκ. ευρώ.
Πώς είναι δυνατόν η Ελλάδα να χαρακτηρίζεται ανεξάρτητη χώρα, όταν στο λαιμό της έχει περάσει η θηλιά του τερατώδους χρέους των 700 δισεκ. ευρώ; Ο ογκόλιθος του δημοσίου χρέους φαλκιδεύει την αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας της εθνικής μας οικονομίας και την ώθηση της Ελλάδας σε σταθερή αναπτυξιακή πορεία. Η μελανότερη σελίδα της μεταπολίτευσης είναι, ότι, την περίοδο 1974-2024 το συνολικό Δημόσιο Χρέος της Ελλάδας από 4,1 δισεκ. ευρώ ή 20,7% του ΑΕΠ εξακοντίστηκε στα 700 δισεκ. ευρώ ή 304,2% του ΑΕΠ. Δηλαδή, τα κόμματα που την περίοδο 1974-2024 κρατούσαν τα ηνία της κυβερνητικής εξουσίας πέτυχαν παγκόσμιο ρεκόρ, επαυξάνοντας το συνολικό δημόσιο χρέος κατά 170,7 φορές.