x 
Καλάθι - 0,00 €

Καλάθι

Το καλάθι σας είναι άδειο.

Πώς ο Πούτιν αλλάζει τη Γερμανία

| Επικαιρότητα

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΕΙΤΕ ΕΔΩ

ΣΤΕΙΛΤΕ ΜΗΝΥΜΑ

Ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία ανάγκασε τη γερμανική κυβέρνηση να επανεξετάσει πολλά από τα σχέδια που παρουσίασε πριν από ένα χρόνο, όταν σχηματίστηκε για πρώτη φορά ο συνασπισμός του «φαναριού», αλλάζοντας τη μορφή πολλών βασικών πολιτικών και γραμμών της χώρας, σύμφωνα με το Euractiv.

Η συμφωνία συνασπισμού μεταξύ των Πρασίνων, του φιλελεύθερου FDP και των Σοσιαλδημοκρατών που παρουσιάστηκε στις 24 Νοεμβρίου 2021 σηματοδοτεί μια ιστορική αλλαγή για πολλούς λόγους. Δεν είναι μόνο η πρώτη φορά στην ιστορία της Γερμανίας που τρία κόμματα ενώθηκαν για να σχηματίσουν συνασπισμό, αλλά έθεσε επίσης τέλος στην εποχή της Άνγκελα Μέρκελ – η οποία κυβέρνησε τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης για 16 χρόνια.

Ενώ η συμφωνία, με τίτλο «τολμώντας περισσότερη πρόοδο», είχε ως στόχο να ξεκινήσει μια νέα εποχή πιο προοδευτικής πολιτικής, οι υποσχέσεις αυτές δοκιμάστηκαν γρήγορα όταν ο πόλεμος στην Ουκρανία έφερε τα πάνω κάτω στη γερμανική πολιτική.

Ενώ η νέα κυβέρνηση στόχευε στην «υπέρβαση του status quo», όπως το έθεσε ο ηγέτης του FDP Κρίστιαν Λίντνερ, κανείς δεν περίμενε κάτι που να πλησιάζει το Zeitenwende, ή αλλιώς «σημείο καμπής» στα ελληνικά. Χτυπημένη από πολλαπλές κρίσεις – από τον πόλεμο μέχρι την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας – η τριάδα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει πολλές από τις θέσεις που ανακοίνωσε πριν από ένα χρόνο.

Οι Σοσιαλδημοκράτες σπάζουν τις παλιές παραδόσεις

Ο πόλεμος στην Ουκρανία σηματοδότησε μια σημαντική στροφή για το SPD, το οποίο συνήθιζε να είναι ισχυρός υποστηρικτής της προσέγγισης με τη Ρωσία. Με ρίζες στην πολιτική ειρήνης του πρώην καγκελάριου των Σοσιαλδημοκρατών Βίλι Μπραντ, ο οποίος έθεσε τα θεμέλια της ύφεσης με τη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, πολλοί στο SPD εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι η Ρωσία θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως εταίρος της Δύσης.

Ο Ρολφ Μύτσενιχ, πρόεδρος του SPD στην Bundestag [Γερμανική Βουλή], ζήτησε τον Δεκέμβριο να βελτιωθούν οι σχέσεις με τη Ρωσία. «Εάν είναι δυνατόν να επανασυνδεθούμε με τις αρχές και τα διδάγματα της ύφεσης […] αυτό μπορεί να είναι το πρώτο βήμα προς έναν πιο ειρηνικό κόσμο», δήλωσε σε συνέντευξή του την παραμονή του επιθετικού πολέμου του Πούτιν.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανάγκασε το SPD να επανεξετάσει μακροχρόνιες θέσεις. Η ανακήρυξη του Zeitenwende από τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς σηματοδότησε μια σημαντική αλλαγή στην προσέγγιση των εξωτερικών και αμυντικών θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων των παραδόσεων όπλων, των αμυντικών δαπανών, των κυρώσεων και της διπλωματίας.

«Λαμβάνοντας υπόψη το σημείο καμπής που αντιπροσωπεύει η επιθετικότητα του Πούτιν, η προσέγγισή μας είναι: Ό,τι χρειάζεται για να διασφαλιστεί η ειρήνη στην Ευρώπη, αυτό θα γίνει», δήλωσε τότε ο Σολτς. Και αργά αλλά σταθερά τα κατάφερε να μεταπείσει το κόμμα του σε μια νέα πορεία που θα έσπαγε σημαντικά ταμπού.

Όχι μόνο δημιούργησε ένα ειδικό αμυντικό ταμείο ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για την αύξηση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του στρατού της χώρας, αλλά δεσμεύτηκε επίσης να επενδύσει πάνω από το 2% του ΑΕΠ της Γερμανίας στην άμυνά της, σύμφωνα με τους στόχους του ΝΑΤΟ.

Επιπλέον, το SPD, το οποίο ήταν παραδοσιακά αντίθετο στην παράδοση όπλων σε οποιεσδήποτε περιοχές κρίσης, άλλαξε σιγά-σιγά πορεία. Μετά από έντονες επικρίσεις από πολλές πλευρές, άναψε απρόθυμα το πράσινο φως για την παράδοση αρχικά ελαφρών όπλων και, αργότερα, ακόμη και βαρέων όπλων και σήμερα είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος δωρητής στρατιωτικής βοήθειας στην εμπόλεμη χώρα.

Πίκρες για τους Πράσινους

Οι Πράσινοι είχαν επίσης να καταπιούν μια σειρά από πίκρες κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της θητείας του «φαναριού». Το κόμμα συμβιβάστηκε σε βασικές αρχές – μόνο και μόνο για να καθυστερήσουν ή να μπλοκάρουν οι εταίροι του συνασπισμού πολλά από τα πιο αγαπημένα σχέδια των Πρασίνων.

Όταν η Ρωσία επιτέθηκε στην Ουκρανία και το φυσικό αέριο έγινε ακριβό, η Γερμανία άρχισε να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στον άνθρακα. «Αυτό είναι πικρό, αλλά είναι καθαρή ανάγκη σε αυτή την κατάσταση να μειωθεί η κατανάλωση φυσικού αερίου», τόνισε τον Ιούνιο ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ.

Στη συνέχεια ήρθε η πολύμηνη διαμάχη για το αν θα αναβληθεί η έξοδος της χώρας από τα πυρηνικά – ένα θέμα στο οποίο οι Πράσινοι ήταν ιδιαίτερα σταθεροί. Ενώ η καταστροφή μιας πραγματικής καθυστέρησης της εξόδου αποφεύχθηκε, οι τελευταίοι πυρηνικοί σταθμοί της χώρας θα λειτουργούν για μήνες περισσότερο από ό,τι αρχικά προβλεπόταν – ένα πικρό χάπι για πολλούς ένθερμα αντιπυρηνικούς ηγέτες των Πρασίνων.

Οι Πράσινοι έφαγαν επίσης ξύλο όσον αφορά την αγροτική πολιτική. Ενώ η συμφωνία συνασπισμού προέβλεπε μεγάλες φιλοδοξίες που έφεραν την υπογραφή των Πρασίνων, όπως η καθιέρωση μιας υποχρεωτικής ετικέτας για την καλή διαβίωση των ζώων και η «υποστήριξη για να γίνει η κτηνοτροφία στη Γερμανία πιο φιλική προς τα ζώα», πολλές από αυτές τις πρωτοβουλίες μπλοκαρίστηκαν από το υπουργείο Οικονομικών υπό την ηγεσία του FDP.

Ο υπουργός των Πρασίνων έδειξε όλο και πιο ανοιχτά την απογοήτευσή του για τον εταίρο του φιλελεύθερου συνασπισμού. «Όποιος λέει όχι σε αυτή τη χρηματοδότηση, μακροπρόθεσμα λέει όχι στο γερμανικό κρέας και την κτηνοτροφία στη Γερμανία», τόνισε τον Σεπτέμβριο.

Οι Φιλελεύθεροι αγωνίζονται για το προφίλ τους

Για το φιλελεύθερο FDP, η είσοδος σε συνασπισμό με τους κεντροαριστερούς Πράσινους και τους σοσιαλδημοκράτες δεν ήταν ποτέ η πρώτη επιλογή. Καθώς οι φιλελεύθεροι απέχουν πολιτικά περισσότερο από τους εταίρους τους στον συνασπισμό, ο ρόλος τους στον συνασπισμό αποδείχθηκε δίκοπο μαχαίρι.

Ενώ οι παρατηρητές, ιδίως οι Πράσινοι και οι περιβαλλοντικές ΜΚΟ που πρόσκεινται σε αυτούς, κατηγόρησαν το FDP ότι ήταν πολύ πεισματάρικο στις θέσεις του παρά τις πολλαπλές κρίσεις που απαιτούσαν άμεση δράση, η ηγεσία του κόμματος δήλωσε ότι στην πραγματικότητα συμβιβάστηκε πάρα πολύ – ιδίως αφού υπέστη ορισμένες σημαντικές ήττες στις περιφερειακές εκλογές.

Μια βασική υπόσχεση του αρχηγού του κόμματος Κρίστιαν Λίντνερ, ο οποίος διεκδίκησε ο ίδιος τη θέση του υπουργού Οικονομικών, ήταν η δημοσιονομική σύνεση. Η συμφωνία συνασπισμού δεν υποσχόταν ούτε νέους φόρους ούτε νέες εξαιρέσεις από το συνταγματικό «φρένο χρέους» από το 2023 και μετά.

Ένα χρόνο στην εξουσία, ο Λίντνερ ισχυρίζεται ότι έχει εκπληρώσει και τους δύο αυτούς στόχους. Ωστόσο, οι επικριτές λένε ότι αυτό οφειλόταν μόνο σε λογιστικά τεχνάσματα, κυρίως με τη δημιουργία νέου δημόσιου χρέους εκτός του επίσημου ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, στους λεγόμενους «σκιώδεις προϋπολογισμούς», όπως το «ειδικό περιουσιακό στοιχείο» ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ που σχεδιάστηκε για τη στήριξη του υποχρηματοδοτούμενου γερμανικού στρατού και η «προστατευτική ασπίδα» ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για την ενεργειακή κρίση.

Ακόμα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρενέβη και προειδοποίησε ότι το 2023, «η συνολική κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής της Γερμανίας εκτιμάται ότι θα είναι επεκτατική σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού» και συνεπώς «δεν συνάδει με τον δημοσιονομικό προσανατολισμό» που συμφωνήθηκε από τα κράτη μέλη.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο Λίντνερ επέμεινε σε μεγάλο βαθμό στη θέση του για δημοσιονομική πειθαρχία, υποστηρίζοντας ότι «κάθε μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων πρέπει να συμμορφώνεται με τη βασική αρχή της διασφάλισης της δημοσιονομικής ευρωστίας».

Παρά τις αυξανόμενες πιέσεις από πολλές πλευρές, ο Λίντνερ κατάφερε επίσης να αντισταθεί στις εκκλήσεις για κοινό δανεισμό από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα μεγαλύτερα κράτη μέλη της Ευρώπης ως απάντηση στις τρέχουσες κρίσεις.

Όμως η πίεση αυξάνεται από όλες τις πλευρές, και όχι μόνο από τη στιγμή που η ανακοίνωση των γενναιόδωρων πακέτων ανακούφισης του πληθωρισμού της Γερμανίας υπονόμευσε την αξιοπιστία της όσον αφορά τη δημοσιονομική σύνεση.



e-genius.gr ...intelligent web software